Κατάφερα να βρεθώ στην ΚΗ’ σύνοδο 2023-2024, που ήταν από τις 4 έως τις 7 Σεπτεμβρίου, με θέμα “Αφοπλίζοντας την βία”, καθώς το σχολείο μας ήταν ένα από τα σχολεία που κατάφεραν να επιλεχθούν μέσω της κλήρωσης για τη Βουλή των εφήβων. Μιας και η βία ως γνωστόν είναι ένα πολύ ευαίσθητο θέμα, το πρόγραμμα αποφάσισε να χωρίσει το θέμα σε 6 υποκατηγορίες, όπου κάθε μία αντιπροσωπεύει μία ομάδα. Οι ομάδες ήταν: ενδοοικογενειακή, σχολική, έμφυλη, οπαδική, διαδικτυακή και πολιτική βία.
Εγώ συμμετείχα στην οπαδική βία, που αν και δεν ασχολούμαι καθόλου με αθλητικά γεγονότα (ούτε καν zapping σε αθλητικά κανάλια δεν κάνω), ήμουν προετοιμασμένος για το θέμα καθώς παρακολούθησα σεμινάρια. Από την άλλη είναι δύσκολο να μην είμαι ευαισθητοποιημένος λόγω των γεγονότων της δολοφονίας του Άλκη Καμπανού και εσχάτως του Μιχάλη Κατσουρή, που συγκλόνισαν το Πανελλήνιο.
Έτσι λοιπόν, ξύπνησα νωρίς νωρίς για να πάω στα ΚΤΕΛ Μακεδονίας, όπου με περίμενε το λεωφορείο. Αφού φτάσαμε στην Αθήνα, κάναμε όλες οι ομάδες ένα σύντομο παιχνίδι γνωριμίας με τους υπευθύνους του προγράμματος και προετοιμαστήκαμε καλά για τις μέρες που θα ακολουθούσαν. Αυτό που αφορούσε όλους μας, ήταν η ομιλία στο βήμα της βουλής την τελευταία μέρα, αλλά για να γίνει αυτό έπρεπε να προηγηθεί μια διαδικασία επιμόρφωσης πάνω στο θέμα από ειδικούς. Το λέω από τώρα, τελικώς δεν επιλέχτηκα για να εκπροσωπήσω την ομάδα μου στο βήμα, αλλά θα καταλάβετε σε λίγο γιατί χάρηκα πολύ για αυτό.
Αρχικά, για να αποφασιστεί ποιο θα ήταν το άτομο που θα εκπροσωπούσε την ομάδα, έπρεπε να επιλεχθεί μέσω κλήρωσης. Η ομάδα μας αποτελούνταν από 40-50 περίπου άτομα και μόνο ένα από αυτά θα ανέβαινε στο βήμα. Αφού επιλέχθηκε το άτομο, η ομάδα μας έπρεπε να πει μερικές ιδέες μέσω π.χ τοποθετήσεων ή σύντομων προτάσεων, ώστε οι 2 φιλόλογοι που βρισκόντουσαν στην συνεδρίαση της ομάδας μας, να πάρουν όλες τις ιδέες μας και να συντάξουν το τελικό κείμενο για τον ομιλητή. Τοποθετήθηκα κι εγώ ο ίδιος και προτίμησα να εστιάσω στην λειτουργία των συνδέσμων, μιας και δεν αναλύθηκε από άλλους μαθητές. Θεωρώ κάπως χρήσιμα αυτά που αναφέρθηκαν, οπότε την παραθέτω εδώ ολόκληρη:
«Πιστεύω πως πρέπει να εστιάσουμε στην ύπαρξη των συνδέσμων και συγκεκριμένα στον έλεγχο, αντί της οριστικής απαγόρευσής τους. Εγώ ξέρω, ότι για να βρεις κάτι στο σκοτάδι, πρωτίστως ψάχνεις το φως. Συνεπώς, στον ολοκληρωτισμό δεν πρέπει να απαντάμε με ολοκληρωτισμό, αλλά με διαφάνεια. Για αυτό θεωρώ αναγκαία την ύπαρξη επίσημου καταστατικού σε κάθε σύνδεσμο και εν συνεχεία να δύναται η ευκαιρία να ασκούνται κοινωνικές δράσεις από τους οπαδούς της εκάστοτε ομάδας με αυτονόητη προυπόθεση την υποστήριξη μιας ομάδας κόντρα στον φανατισμό. Δεν θέλουμε επίσης να κλείσουν οι σύνδεσμοι, διότι δεν πρέπει να πλήξουμε τα λαϊκά στρώματα ,που μέσω της αγάπης για την ομάδα τους και τον φιλαθλητισμό θέλουν να πάρουν μία ανάσα από τη δυσβάσταχτη καθημερινότητα και ψάχνουν έναν τρόπο κοινωνικοποίησης. Ας χρησιμοποιήσουμε το πάθος τους πριν το ποινικοποιήσουμε. Επίσης, επειδή τίθενται θέματα και φασισμού μέσω του χουλιγκανισμού, το κράτος μπορεί κάλλιστα να τηρήσει τον αθλητικό νόμο που επαγγέλεται, συλλαμβάνοντας και οδηγώντας στα δικαστήρια τους παραβάτες.»
Κάπου εδώ, άρχισα να απογοητεύομαι. Ο λόγος που ήθελα εξ’αρχής να συμμετάσχω στο πρόγραμμα της Βουλής των εφήβων, είναι γιατί η ενασχόληση με τα κοινά, είναι κάτι που με γεμίζει και μου ανεβάζει την ψυχολογία, αλλά και γιατί πίστευα πως είχα την ευκαιρία με τις παρεμβάσεις μου να εκφράσω τις απόψεις μου στο θέμα της συνόδου και σε πιο γενικά πράγματα, ιδιαίτερα μπροστά στους ίδιους τους υπουργούς. Η παραπάνω τοποθέτηση που είχα κάνει σε εκείνη την συνεδρίαση, δεν μπήκε ποτέ στο κείμενο του ομιλητή. Γιατί; Γιατί όσο περνούσαν οι μέρες, κατάλαβα ότι στο πρόγραμμα ήθελαν νέους να χαϊδεύουν αυτιά και όχι να πουν τους προβληματισμούς τους. Το κείμενο είχε επίτηδες ξύλινο λεξιλόγιο, που δεν θύμιζε καθόλου νεανικό και εντέλει χαίρομαι που δεν επιλέχτηκα από την κλήρωση να μιλήσω, διότι θα έλεγα πράγματα που δεν θα εξέφραζαν τίποτα απολύτως από τις δικές μου προσωπικές απόψεις αλλά απόψεις άλλων, με αποτέλεσμανα γινόμουν ένα φερέφωνο άλλων απόψεων.
Και σαν να μην έφταναν αυτά, συνάντησα νέους που όλοι τους -πλην ελαχίστων εξαιρέσεων- είχαν τόσο συντηρητικές απόψεις, που εκτός ότι θύμιζαν περισσότερο συνταξιούχους και όχι νέους ανθρώπους, δεν είχαν καμία πρόθεση να ασκήσουν κριτική. Προφανώς, προετοίμαζαν τα βιογραφικά τους για να αναδειχθούν στην Ελληνική πολιτική σκηνή μέσω κομματικών σχηματισμών στο μέλλον δεν εξιγείται αλλιώς! Είχαν ευκαιρία να κάνουν ελεύθερες ερωτήσεις σε υπουργούς και προτίμησαν να μάθουν με ποιο πρόγραμμα μπορούν να ενταχθούν σε επιχειρήσεις, παρά να εκφράσουν την καταπίεση που δέχονται από ένα εκπαιδευτικό σύστημα της στείρας αποστήθισης, της τράπεζας θεμάτων και της ελάχιστης βάσης εισαγωγής. Ο πλήρης συμβιβασμός με το κατεστημένο!
Παρά τις απογοητεύσεις βέβαια, πιστεύω ότι έχω μάθει πράγματα που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν στην υπόλοιπη ζωή μου, όπως το να επιχειρηματολογώ στα πλαίσια μιας υγιούς αντιπαράθεσης και έχω εκτιμήσει το γεγονός, ότι σε ελάχιστους δίνεται η ευκαιρία να συμμετάσχουν σε ένα τέτοιο πρόγραμμα. Εγώ λοιπόν, κρατάω την ουσία και ονειρεύομαι που θα έλεγε και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου...
Χριστοδούλου Μάρκος